Άρκτος, Μικρή

Άρκτος, Μικρή
(Αστρον.). Αστερισμός του βορείου ημισφαιρίου. Έχει σχήμα άμαξας με τιμόνι, όμοιο σχεδόν με το σχήμα της Μεγάλης Άρκτου, αλλά μικρότερο. Περιστρέφεται κατά την ορθή φορά γύρω από τον Βόρειο Πόλο σαν να στηρίζεται στο ελεύθερο άκρο του τιμονιού. Αποτελείται από περίπου τριάντα αστέρες ορατούς με γυμνό μάτι, από τους οποίους οι κυριότεροι σχηματίζουν το σχήμα της άμαξας, ο σπουδαιότερος είναι ο α της Μ.Ά., που είναι περισσότερο γνωστός με το όνομα πολικός αστέρας, επειδή χρησιμεύει για να δείχνει τον βορρά. Στην πραγματικότητα απέχει από τον πόλο 1° 6’, αλλά πλησιάζει βαθμιαία σε αυτόν και γύρω στο έτος 2095 θα φτάσει στην ελάχιστη απόσταση των 26’ 30” από αυτόν. Έπειτα θα απομακρυνθεί για να παραχωρήσει τη θέση του σε άλλον αστέρα. Από όλους τους αστέρες μόνο ο πολικός μένει φαινομενικά ακίνητος (στην πραγματικότητα διαγράφει και αυτός έναν πολύ μικρό κύκλο). Οι αστερισμοί της Μεγάλης Άρκτου και της Μικρής Άρκτου. Ο λαμπρότερος αστέρας της Μικρής Άρκτου (στην άκρη της «ουράς») είναι ο πολικός αστέρας που δείχνει τον Βόρειο Πόλο του Ουρανού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Μικρή Άρκτος — Βλ. λ. Άρκτος, Μικρή …   Dictionary of Greek

  • άρκτος — Ονομασία που έδωσαν οι αρχαίοι Έλληνες στα νεαρά κορίτσια τα οποία έκαναν κινήσεις ανάλογες με της αρκούδας (άρκτου) στην τελετή της γιορτής των Βραυρωνίων, στην οποία τιμούσαν τη θεά Άρτεμη τη Βραυρωνία. Η τελετή γινόταν στη Βραυρώνα της Αττικής …   Dictionary of Greek

  • άρκτος — η 1. για το σαρκοφάγο θηλαστικό (βλ. λ. αρκούδα). 2. όνομα δύο αστερισμών οι οποίοι βρίσκονται στο βόρειο πόλο του ουρανού και που λέγονται ο μεγαλύτερος «Μεγάλη Άρκτος» (αλλιώς «Κάραβος» ή «Αλέτρι» ή « Αλετροπόδι», «Εφταπάρθενος χορός» κτλ.) και …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Άρκτος, Μεγάλη — (Αστρον.).Ο γνωστότερος αστερισμός του βορείου ημισφαιρίου, ο οποίος αποκαλείται και Μεγάλη Άμαξα. Απαρτίζεται περίπου από 150 αστέρες, ορατούς με γυμνό μάτι. Η κυριότερη ομάδα διαγράφει το σχήμα μιας άμαξας με τιμόνι, με επτά αστέρες, από τους… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • ζωολογικός κήπος — Χώρος συγκέντρωσης ζώων, γενικά εξωτικών, που εκτρέφονται σε περιβάλλοντα με συνθήκες όσο το δυνατόν όμοιες με αυτές των περιοχών προέλευσής τους. Οι σημερινοί ζ.κ., οργανωμένοι με κριτήρια που αποκτήθηκαν ιδιαίτερα τον 19o αι., δεν έχουν μόνο… …   Dictionary of Greek

  • Kleiner Bär — Sternbild Kleiner Bär …   Deutsch Wikipedia

  • ελίκη — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Νύμφη του όρους Ίδη της Κρήτης, που μαζί με τη νύμφη Κυνόσουρα ανέθρεψαν τον Δία. Αργότερα μεταμορφώθηκαν σε αστερισμούς από τον θεό (Μικρή και Μεγάλη Άρκτος), για να γλιτώσουν από τις ερωτικές διαθέσεις του… …   Dictionary of Greek

  • αειφανείς αστέρες — (Αστρον.).Ονομασία των αστέρων που βρίσκονται συνέχεια πάνω από τον ορίζοντα και δεν ανατέλλουν ούτε δύουν ποτέ. Επειδή σε έναν τόπο το ύψος (έξαρμα) του πόλου πάνω από τον ορίζοντα ισούται με το πλάτος του τόπου (φ), όλοι οι αστέρες που έχουν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”